O βοηθός λογιστή Τζον Ντέιβισον Ροκφέλερ είπε να ασχοληθεί με τα πετρέλαια το 1870 χτυπώντας πραγματική φλέβα χρυσού....
Όσο η βενζίνη και η κηροζίνη διαδραμάτιζαν ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο στην πορεία της ανθρωπότητας, ο Ροκφέλερ πλούτιζε συνεχώς φτάνοντας να γίνει ο πλουσιότερος Αμερικανός του 19ου αιώνα και ένας από τους πιο ισχυρούς διαχρονικά ανθρώπους που πάτησαν ποτέ στη Γη.
Η παντοκρατορία της Standard Oil έφτασε να ελέγχει το 90% της πετρελαϊκής βιομηχανίας των ΗΠΑ, μιλώντας πια για σωστό ενεργειακό μονοπώλιο. Τον κολοσσό του Ροκφέλερ τον φοβήθηκε ακόμα και το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, αναγκάζοντας την εταιρία του να σπάσει σε 34 μικρότερες το 1911 (με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ) μπας και εξυγιανθεί ο ανταγωνισμός!
Ο Τζον δεν έκανε όμως την τύχη του με τον σταυρό στο χέρι και ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα είχε κάθε λόγο να φοβάται. Τώρα κυκλοφορούσε με ένοπλους σωματοφύλακες και οι επαύλεις της δυναστείας μετατράπηκαν σιγά σιγά σε απόρθητα φρούρια.
Αμερικανική εφημερίδα παρατηρούσε εξάλλου πικρόχολα το 1900: «Η ιδιαίτερη προσοχή είναι σοφή κίνηση. Ο κ. Ροκφέλερ έχει κάθε λόγο να φοβάται τους δολοφόνους. Οι δολοφόνοι είναι τα παιδιά της οικονομικής πολιτικής του κ. Ροκφέλερ».
Αλλά και ο κόσμος είχε πολλούς λόγους να απεχθάνεται τους Ροκφέλερ, που καταλήστευαν τον κόσμο, χειραγωγούσαν την πολιτική και μετέτρεπαν τη βαριά βιομηχανία σε παιχνιδότοπό τους, όταν δεν δολοφονούσαν γυναικόπαιδα όλα αυτά!
Κι ενώ στις μέρες μας τους προσάπτουν λίγο-πολύ τα πάντα, ιδιαίτερα στον εγγονό του γενάρχη, στην εποχή της παντοκρατορίας τους τα παρακάτω ήταν ορόσημα της επιχειρηματικής ηθικής και των παρασκηνιακών μηχανορραφιών του ζάπλουτου οίκου…
Πώς κλέβεις έναν σιδηρόδρομο
Οι Ροκφέλερ δεν πλούτισαν με καλές επιχειρηματικές πρακτικές. Κάθε άλλο! Όποτε έβρισκαν την ευκαιρία να δαγκώσουν, δάγκωναν και μάλιστα πολύ. Έτσι απέκτησαν εξάλλου μια σειρά από σιδηροδρομικές εταιρίες που προσυπέγραψαν την περαιτέρω γιγάντωσή τους, διασφαλίζοντας ταυτοχρόνως τις μονοπωλιακές τακτικές τους.
Ορόσημο παραμένει εδώ η πελώρια σιδηροδρομική φίρμα μεταφορών DMIR (Duluth, Missabe and Iron Range Railway), που δραστηριοποιούνταν από το 1874 στη Μινεσότα και το Ουισκόνσιν μεταφέροντας σιδηρομετάλλευμα στα γύρω λιμάνια. Κάποια στιγμή η εταιρία έστρωσε νέες ράγες και έφτιαχνε καινούριους σταθμούς, χρειαζόταν όμως ρευστό για τις επενδύσεις της.
Κι εδώ ακριβώς μπαίνει ο Τζον, ο οποίος βάζει το 1894 έναν αιδεσιμότατο να πείσει τους μικροεπενδυτές ότι ο φιλάνθρωπος Ροκφέλερ θα τους έδινε ένα ευνοϊκότατο δάνειο 420.000 δολαρίων από την καλή του την καρδιά. Μόλις δύο μήνες μετά, οι μέτοχοι ειδοποιούνται ότι ο Τζον χρειάζεται επειγόντως τα λεφτά και αυτοί είχαν στη διάθεσή τους 24 ώρες για να τον ξεπληρώσουν!
Η ανθηρή DMIR κατάφερε μάλιστα να εξασφαλίσει τραπεζικό δάνειο για να αποπληρώσει τον πετρελαιά, αλλά ο Ροκφέλερ ήταν και πάλι εδώ να ματαιώσει με τις διασυνδέσεις του τη χορήγηση του ποσού. Κι έτσι απέκτησε τη σιδηροδρομική εταιρία εύκολα και ανέξοδα, κοψοχρονιά δηλαδή, πουλώντας τη το 1901 για ένα κάρο λεφτά…
Οι εργάτες παίρνουν αυτό που τους αξίζει
Παρά την προπαγάνδα για τους εργασιακούς παραδείσους που έστηνε ο Ροκφέλερ και οι συνεργάτες του στα μήκη και τα πλάτη της Αμερικής, η πραγματικότητα είναι αρκούντως διαφορετική και σαφώς σκοτεινότερη. Κι αυτό γιατί ο Τζον δεν έτρεφε καμιά εκτίμηση για τα γρανάζια που έτρεχαν την αυτοκρατορία του και από κάποια στιγμή και μετά, δεν είχε κανένα πρόβλημα να το ομολογεί ευθαρσώς.
Το 1913, για παράδειγμα, δήλωνε περιχαρής πως δεν πίστευε ότι θα πρέπει να υπάρχει κατώτατος μισθός. Κι αυτό γιατί θεωρούσε πως «κάθε άντρας και γυναίκα, κάθε αγόρι και κορίτσι, πρέπει να παίρνουν ό,τι αξίζουν». Και όπως έδειξε το επιχειρηματικό του ήθος, κάποια ψίχουλα δηλαδή που δεν τους επέτρεπαν να ζουν με καμιά αξιοπρέπεια…
H Σφαγή του Λάντλοου
Ήταν το 1914 όταν οι ανθρακωρύχοι του Ροκφέλερ του Νεότερου στο Κολοράντο αποφάσισαν πως οι τραγικές συνθήκες της ζωής τους είχαν φτάσει στο απροχώρητο. Οι απάνθρωπες συνθήκες στα ορυχεία του Ροκφέλερ, οι απαράδεκτοι εργατικοί καταυλισμοί και οι απίστευτες ώρες εργασίας δεν μπορούσαν να συνεχιστούν, την ίδια ώρα που οι ανθρακωρύχοι δεν πληρώνονταν σε δολάρια, αλλά σε ένα ειδικό νόμισμα που μπορούσαν να εξαργυρώσουν σε αγαθά αποκλειστικά στα καταστήματα του καταυλισμού.
Ό,τι έβγαζαν οι εργάτες το έδιναν δηλαδή πίσω για φαΐ και προμήθειες στα αφεντικά των ορυχείων, που συνέβαινε να είναι ο Τζον Ροκφέλερ ο Νεότερος. Οι εργάτες κατέβηκαν λοιπόν σε απεργία και ο τζούνιορ Τζον προσέλαβε απεργοσπάστες, παρακρατικούς αλλά και την Εθνοφρουρά του Κολοράντο, ευγενική χορηγία του κυβερνήτη της πολιτείας, για να σπάσει την κινητοποίηση.
Την ίδια ώρα, έκανε έξωση στους εργάτες από τα καταλύματα που τους νοίκιαζε ο ίδιος και έβαλε κάποια στιγμή τα μαντρόσκυλά του να ορμήσουν στο ψαχνό. Την ώρα που μαίνονταν οι μάχες μεταξύ του ιδιωτικού στρατού του Ροκφέλερ και των εργατών, τα τσιράκια του έκαψαν στις 20 Απριλίου τον πρόχειρο καταυλισμό με τις σκηνές που είχαν στήσει οι ανθρακωρύχοι, καίγοντας ζωντανούς δύο γυναίκες και έντεκα παιδιά. Η σφαγή είχε μάλιστα και ελληνικό άρωμα, μιας και ένας εκ των συνδικαλιστών ηγετών ήταν ο Λούης Τίκας, ο οποίος δολοφονήθηκε κι αυτός στη μάχη των χαρακωμάτων.
Η μαύρη αυτή σελίδα της αμερικανικής ιστορίας, που γενίκευσε τις συγκρούσεις των συνδικάτων με την Εθνοφρουρά του Κολοράντο στα μήκη και τα πλάτη της πολιτείας και άφησε δεκάδες νεκρούς εργάτες και γυναικόπαιδα, έφερε από άκρη σε άκρη τη σφραγίδα του Τζον του Νεότερου. Το πράγμα θα τελείωνε μόνο όταν ο πρόεδρος Γουίλσον θα έστελνε στην περιοχή τον ομοσπονδιακό στρατό των ΗΠΑ…
Κατατρομοκράτηση γυναικόπαιδων και απειλές προς πάσα κατεύθυνση
H Σφαγή του Λάντλοου φανέρωσε τις άθλιες συνθήκες μέσα στις οποίες έχαναν τις ζωές τους μαζικά οι μετανάστες ανθρακωρύχοι (και πολλοί Έλληνες) και η αμερικανική εργατιά. Παρά τον τεράστιο αντίκτυπο του τραγικού γεγονότος και τις εκρήξεις διαμαρτυρίας της αμερικανικής κοινής γνώμης, οι απειλές και ο τρόμος των πρωτοπαλίκαρων του Ροκφέλερ δεν κόπασαν.
Την ώρα που άνθρωποι του πνεύματος στρατοπέδευαν διαμαρτυρόμενοι επί μέρες κάτω από τα γραφεία του Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη και μεγαλειώδεις διαδηλώσεις συγκλόνιζαν τις ΗΠΑ, οι άντρες του μεγιστάνα συνέχιζαν τις επιχειρήσεις εκφοβισμού των ανθρακωρύχων, στοχεύοντας πια στις οικογένειές τους.
Προοδευτικός δικαστής και άλλοι προβεβλημένοι υποστηρικτές των δικαιωμάτων των ανθρακωρύχων επισκέπτονταν τώρα τους εργατικούς καταυλισμούς της ντροπής και ανέφεραν μονίμως την ίδια κατάσταση: τα παιδιά να τους αποφεύγουν, μιας και «η σφαγή των αθώων του Λάντλοου τους είχε διδάξει ότι έπρεπε να φοβούνται όλους τους ξένους», και τις γυναίκες να τους ικετεύουν να τις πάρουν μακριά από τα κολαστήρια του Ροκφέλερ.
Χειραγώγηση του Τύπου με σειρά πλαστών δημοσιευμάτων
Όποιος έχει στα χέρια του την τέταρτη εξουσία, έχει και την κοινή γνώμη, συνήθιζε να λέει ο γενάρχης των Ροκφέλερ αφήνοντας βαριά παρακαταθήκη στον οίκο του. Αμέσως μετά τη Σφαγή του Λάντλοου, οι Ροκφέλερ χρειάζονταν εξάλλου όλη την καλή δημοσιότητα που μπορούσαν να τους εξασφαλίσουν τα αμύθητα πλούτη τους.
Κι έτσι προσλαμβάνουν δημοσιοσχεσίτες και διαφημιστές, στήνουν αφιερώματα και ημερίδες στο φιλανθρωπικό ίδρυμά τους και ιδρύουν μερικά δικά τους περιοδικά για να έχουν δημόσιο λόγο. Δεν μένουν φυσικά εκεί, καθώς αυτό θα ήταν λίγο.
Ενώνουν λοιπόν το 1915 τις κολοσσιαίες δυνάμεις τους με τον εκδοτικό κολοσσό του σκανδαλοθήρα και σκοτεινού Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, οι πανεθνικής κυκλοφορίας εφημερίδες του οποίου αρχίζουν να χαϊδεύουν τους Ροκφέλερ επαινώντας μονίμως το φιλανθρωπικό τους έργο αλλά και την αλτρουιστική προσωπικότητά τους.
Δεν ήταν βέβαια μόνο το γεγονός ότι το συγκρότημα Χιρστ φιλοξενούσε τώρα αποκλειστικά θετικές ειδήσεις για τον πάμπλουτο οίκο, αλλά και οι στοχευμένες επιθέσεις των εντύπων του σε όποιον τολμούσε να υψώσει ανάστημα στους Ροκφέλερ και να πει κάτι κακό γι’ αυτούς.
Επειδή όμως ο κόσμος το είχε τούμπανο, πολλά δημοσιεύματα κυκλοφορούσαν για τη δυναστεία, αποκαλύπτοντας όχι μόνο τα στημένα άρθρα αλλά και την παραπληροφόρηση που έκαναν οι Ροκφέλερ δημοσιεύοντας πλαστές πληροφορίες για τους μισθούς των αντιπάλων τους, κυρίως των συνδικαλιστών των εργατικών σωματείων…
Κρατώντας τους υπαλλήλους σου στην απόλυτη φτώχεια
Δημοσίευμα του 1915 ανακοίνωνε πως ο Τζον Ροκφέλερ ο Νεότερος θα πήγαινε να επισκεφτεί τους ανθρακωρύχους του στο Κολοράντο. Ο σκοπός του ήταν να δείξει στους εργάτες πως ήταν ένας από δαύτους, αν και το εγχείρημα έμελλε να αποτύχει παταγωδώς. Ο τζούνιορ Τζον όργωσε τα ορυχεία του και έπιασε κάποιες φορές την αξίνα για λίγα διασκεδαστικά λεπτά.
Σε ένα μάλιστα ορυχείο τον έπιασε η νύχτα και κουρασμένος καθώς ήταν από τη σκληρή(!) εργασία, είπε να περάσει το βράδυ του στην παράγκα του επιστάτη του. Η οικογένεια του επιστάτη ζούσε όμως μέσα στη φτώχεια και την εξαθλίωση, παρά το 12ωρο του καθημερινού μόχθου τους, και έπρεπε ο ίδιος και η γυναίκα του να παραμείνουν ξύπνιοι όλο το βράδυ για να έχει ο Ροκφέλερ το κρεβάτι στη διάθεσή του.
Την επομένη επισκέφθηκε και πάλι το ορυχείο αντικρίζοντας την ίδια παγωμένη υποδοχή των εργατών. Παρά το γεγονός ότι προσπάθησε να τους δείξει ότι ήταν ένας από αυτούς, δεν ήταν ξεκάθαρα και κανείς δεν γύρισε να του μιλήσει. Όλοι έφευγαν διακριτικά από κοντά του ή έκαναν πως ήταν απασχολημένοι στις δουλειές τους. Οι εφημερίδες του Χιρστ κάλυψαν πάντως το γεγονός με πηχυαίους τίτλους για τη θερμή υποδοχή που έλαβε ο φιλάνθρωπος μεγιστάνας από τους καταϋποχρεωμένους εργάτες του…
Χέρι και στην εκπαίδευση
Ο πατριάρχης Τζον Ροκφέλερ είναι αλήθεια πως ξόδευε τεράστια ποσά στην ανώτερη εκπαίδευση, μόνο και μόνο όμως για να «ναρκώνει την κοινή γνώμη», όπως έγραφε ο Τύπος που δεν συμπαθούσε καθόλου την επιχειρηματική του ηθική. Ή την εκπαιδευτική του πολιτική. Βλέπετε το Ίδρυμα Ροκφέλερ χορηγούσε μεγάλα ποσά σε εκείνα τα πανεπιστήμια που συμφωνούσαν να διδάσκουν στα νιάτα «χρήσιμες και συντηρητικές ιδέες», όπως ήθελε ο Τζον.
Αντίστοιχα ποσά έδινε μάλιστα και σε μεμονωμένους καθηγητές, σε κείνους που δέχονταν φυσικά να διδάξουν -ή να προπαγανδίσουν- ιδέες επωφελείς για την αυτοκρατορία των Ροκφέλερ. Όπως, για παράδειγμα, να καταφέρονται από έδρας για τον συνδικαλισμό και την αυτο-οργάνωση των εργατών, τους μεγαλύτερους εχθρούς των Ροκφέλερ.
Ο Τζον έκανε τα πάντα για να αποφοιτούν από τα κολέγια των ΗΠΑ πτυχιούχοι κάθετα αντίθετοι στην προοδευτική ιδέα ότι οι εργάτες έχουν δικαιώματα! Ξόδευε μάλιστα τέτοια ποσά για να το πετύχει, τα οποία θα μπορούσαν κάλλιστα να διοχετευτούν στους μισθούς των υπαλλήλων του και να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Όχι όμως, μιας και ήταν ιδεολογικά αντίθετος με την προάσπιση των συμφερόντων της μάζας…
Πολεμικά δάνεια; Όχι οι Ροκφέλερ!
Είμαστε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι Σύμμαχοι κάνουν τα πάντα για να εξασφαλίσουν δάνεια για την πολεμική μηχανή τους. Αμερικανοί, Βρετανοί, ακόμα και Ρώσοι, προσέγγισαν τον Τζον τον Πρεσβύτερο ζητώντας του να συμβάλει στην πολεμική προσπάθεια, αν και εκείνος δεν τους δάνειζε δεκάρα τσακιστή! Επαναλάμβανε μάλιστα τη μόνιμη επωδό του: «Αυτός ο πόλεμος είναι απαίσιος! Δεν συμφωνείτε πως είναι απαίσιος;». Όλοι συμφωνούσαν και η συζήτηση έληγε εκεί.
Ακόμα και ο «Μωυσής του χρήματος» Τζον Πιερπόντ Μόργκαν τον πλησίασε καλώντας τον να κάνει το καθήκον του, αν και ο Ροκφέλερ ασχολιόνταν με τις φήμες που ήθελαν τον Μόργκαν να τον εκθρονίζει σύντομα από τη θέση του πλουσιότερου ανθρώπου του κόσμου και θεώρησε πως ο αντίπαλος μεγιστάνας ήθελε να τον οδηγήσει σε παγίδα.
Η συζήτηση κατέληξε, όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Τζ. Π. Μόργκαν, με τον Ροκφέλερ να αρνείται κάθε δάνειο στη χώρα του και να του διαβάζει ένα ποιηματάκι που είχε γράψει ειδικά για την τεταμένη περίσταση: «Μια σοφή κουκουβάγια ζούσε σε μια βελανιδιά / Όσο περισσότερα έβλεπε, τόσο λιγότερο μιλούσε / Όσο λιγότερο μιλούσε, τόσο περισσότερα άκουγε / Γιατί να μην μπορούμε όλοι να είμαστε σαν αυτό το πουλί;». Ο Τζ.Π. δεν πίστευε στ’ αυτιά του…
Φοροδιαφυγή και πάλι φοροδιαφυγή
Ήταν το 1916 όταν ο αμερικανικός Τύπος έκραζε πια ανοιχτά το Ίδρυμα Ροκφέλερ, που διέθετε τώρα κεφάλαια 100 εκατ. δολαρίων, τα οποία έπαιζε στο χρηματιστήριο βγάζοντας άλλα 6 εκατ. δολάρια τον χρόνο! Αφορολόγητα φυσικά δολάρια, μιας και ήταν φιλανθρωπικού τύπου σωματείο και τα λεφτά θα πήγαιναν για αγαθοεργίες.
Όχι βέβαια πως τα λεφτά ήταν του ιδρύματος, μιας και ο ίδιος ο Τζον ο Πρεσβύτερος διαχειριζόταν τα κεφάλαια και δεν είχε σκοπό να τα δώσει στους φτωχούς. Κι έτσι αντί για φιλανθρωπικές δράσεις και καλούς σκοπούς, τα αφορολόγητα αυτά εκατομμύρια εξαγόραζαν εταιρίες και απάλυναν συνειδήσεις, προωθώντας τα ιδιοτελή συμφέροντα του οίκου.
Ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα, ένα φιλανθρωπικό σωματείο να έχει ίδια κεφάλαια της τάξης των 100 εκατ. δολαρίων δεν είναι κάτι συνηθισμένο, πόσο μάλλον που για το 1916 το ποσό αυτό ήταν το λιγότερο αστρονομικό. Οι δράσεις εξάλλου του Ιδρύματος Ροκφέλερ ήταν σαφές πως δεν χρειάζονταν τέτοια νούμερα…
Τα προβλήματα ενός ιδιαιτέρως ειλικρινούς ανθρώπου
Ακόμα και το Κογκρέσο ενοχλήθηκε κάποια στιγμή από τα μονοπωλιακά καμώματα του Τζον του Πρεσβύτερου και απαίτησε να μάθει την άνοιξη του 1916 γιατί ο πετρελαιάς είχε αυξήσει και πάλι τις τιμές της βενζίνης. Εξοργισμένος από την κυβερνητική παρέμβαση στις δουλειές του, ο Ροκφέλερ απάντησε πως ήταν απλώς θέμα προσφοράς και ζήτησης.
Μέχρι τότε όμως όλες οι εφημερίδες που δεν έλεγχε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ο κροίσος είχαν αρχίσει να καταφέρονται εναντίον του, συχνά με πρόδηλο σαρκασμό, μιας και φαινόταν πως ο Ροκφέλερ ήταν υπεράνω του νόμου. Για τη συγκεκριμένη υπόθεση μάλιστα, οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες κυκλοφόρησαν σειρά άρθρων με «Τα προβλήματα ενός ιδιαιτέρως ειλικρινούς ανθρώπου», σαρκάζοντας πως η κυβέρνηση έπρεπε να αλαφρύνει τα βάρη του Τζον!
Το να σπάει πλάκα με τον δολοπλόκο Ροκφέλερ ήταν εξάλλου το μόνο που μπορούσε να κάνει ο αμερικανικός Τύπος, αφού και σκάνδαλά του που έβγαζε στη φορά, τίποτα σοβαρό δεν γινόταν…
newsbeast.gr